Έως τα μέσα του 1942, μόνο λίγοι Γερμανοί αιχμάλωτοι πολέμου ευρίσκοντο στην Βρετανία, οι περισσότεροι από τους οποίους ανήκαν σε πληρώματα αεροπλάνων που είχαν καταρριφθεί ή πλοίων που είχαν κατασχεθεί. Επίσης, υπήρχαν και Γερμανοί στρατιώτες, οι οποίοι είχαν αιχμαλωτιστεί κατά τη διάρκεια της γερμανικής επίθεσης στη Δύση, τον Μάϊο και τον Ιούνιο του 1940. Από την άλλη πλευρά, οι Γερμανοί είχαν συλλάβει 44.000 στρατιώτες κατά την αποχώρηση των Βρετανών από τη Γαλλία, το καλοκαίρι του 1940.
Το διεθνές δίκαιο, που έχει σχέση με τους αιχμαλώτους πολέμου, ήταν ασαφές και στην ουσία αποτελούσε ένα νομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο εκινούντο οι εμπόλεμοι. Στον Α’ και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι εμπόλεμοι, επιθυμώντας να εξασφαλίσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών τους που είχαν αιχμαλωτιστεί, προσπάθησαν να έλθουν σε συνεννοήσεις για την τύχη τους. Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι άρρωστοι και οι βαριά τραυματισμένοι είχαν μεταφερθεί στην Ελβετία και ορισμένοι στην Νορβηγία και στην Ολλανδία. Με τον τρόπο αυτό 20.000 Γερμανοί αιχμάλωτοι είχαν παραμείνει στην Ελβετία έως το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1939, οι Ελβετοί δήλωσαν ότι είχαν την πρόθεση να δεχθούν αρρώστους και τραυματίες αιχμαλώτους. Όμως, οι Γερμανοί πίστεψαν ότι οι Ελβετοί με τη δήλωσή τους αυτή επιθυμούσαν στην πραγματικότητα να γεμίσουν τα άδεια ξενοδοχεία τους.
Η συνθήκη της Γενεύης του 1929, προκειμένου να ελαφρύνει τη θέση των ασθενών και τραυματιών αιχμαλώτων, προέβλεπε την ανταλλαγή τους ανάμεσα στα εμπόλεμα μέρη. Λίγο πριν την ανταλλαγή αιχμαλώτων τον Οκτώβριο του 1941, ο Χίτλερ πληροφορήθηκε ότι 100 Γερμανοί θα ανταλλάσσοντο με 1.200 Βρετανούς. Μολονότι η αναλογία αυτή προέκυπτε από τον αριθμό των αιχμαλώτων που είχε η κάθε πλευρά και ενώ η Συνθήκη της Γενεύης δεν προέβλεπε την ανταλλαγή ίσου αριθμού αιχμαλώτων, η προταθείσα ανταλλαγή δεν πραγματοποιήθηκε. Η απόφαση αυτή του Χίτλερ χειροτέρεψε τις σχέσεις ανάμεσα στην Βρετανία και την Γερμανία, σχετικά με την ανταλλαγή αιχμαλώτων, οι οποίες έως τότε ήταν αρμονικές, επειδή και οι δύο πλευρές εσέβοντο το διεθνές δίκαιο.
Οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες χειροτέρεψαν ακόμη περισσότερο, όταν οι Βρετανοί άρχισαν να στέλνουν τους Γερμανούς αιχμαλώτους από τη Βρετανία στην Αίγυπτο, την Αυστραλία και συχνότερα στον Καναδά. Οι γερμανικές διαμαρτυρίες, οι οποίες εσχετίζοντο με το φόβο της πιθανής βύθισης των πλοίων που μετέφεραν τους αιχμαλώτους, δεν απέδωσαν. Ο Τσώρτσιλ εφάρμοσε αυτό το μέτρο για να εξασφαλίσει την ύπαρξη ομήρων, αλλά και για να αποκλείσει την εξέγερσή τους στα μετόπισθεν των Βρετανών. Το αποκορύφωμα της κλιμάκωσης δημιουργήθηκε, όταν οι Βρετανοί αποφάσισαν να θέτουν δεσμά στους Γερμανούς αιχμαλώτους, όπως το έπραξαν στη νήσο της Μάγχης Σαρκ, που είχε καταληφθεί από τους Γερμανούς, καθώς και σε εκείνους της γαλλικής Διέππης μετά την προσγείωση των αεροπλάνων τους εκεί, τον Αύγουστο του 1942.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι Βρετανοί έβαλαν δεσμά στους Γερμανούς αιχμαλώτους, κάτι που ήταν αντίθετο με το δίκαιο του πολέμου. Τότε, η Γερμανία απαίτησε μια δημόσια δήλωση της Βρετανίας ότι στο μέλλον δεν θα ελαμβάνοντο τέτοια μέτρα κατά των αιχμαλώτων πολέμου. Μετά τις γερμανικές διαμαρτυρίες και την επακολουθήσασα ανάπαυλα, ο Τσώρτσιλ, επεμβαίνοντας στο θέμα, δήλωσε απερίφραστα ότι και οι μελλοντικοί αιχμάλωτοι θα εφυλάσσοντο δέσμιοι. Άρχισε, λοιπόν, μια μονομαχία του Χίτλερ με τον Τσώρτσιλ για το ποιος θα δέσει ποιόν, που είναι γνωστή ως η «κρίση των δεσμών». Έτσι, από τις 8 Οκτωβρίου 1942, οι 1.376 Βρετανοί που είχαν αιχμαλωτιστεί στην Διέππη, άρχισαν να φυλάσσονται δέσμιοι. Οι Βρετανοί αντέδρασαν αυξάνοντας τον αριθμό των δέσμιων Γερμανών. Σε αντίποινα η γερμανική κυβέρνηση τριπλασίασε τον αριθμό των Βρετανών που εκρατούντο δέσμιοι. Τελικά, τα Χριστούγεννα του 1942, οι μεν Βρετανοί σταμάτησαν να κρατούν δέσμιους τους αιχμαλώτους, οι δε Γερμανοί συνέχισαν να δίνουν διαταγές για δέσμιους αιχμαλώτους έως τον Νοέμβριο του 1943.
Ο λόγος για την αλλαγή στάσης των Γερμανών ήταν ο μεγάλος αριθμός Γερμανών αιχμαλώτων που είχαν πέσει στα χέρια των Βρετανών και των Αμερικανών στην Βόρειο Αφρική, στους οποίους περιελαμβάνοντο και πολλοί τραυματίες. Τότε, η Γερ- μανία ενδιαφέρθηκε για την ανταλλαγή τραυματιών αιχμαλώτων. Ακολούθησε μια σειρά ανταλλαγών ανάμεσα στους Συμμάχους και στους Γερμανούς, καθώς και ανάμεσα στους Γερμανούς και την ελεύθερη Γαλλία. Συνολικά, ανταλλάχτηκαν 20.000 αιχμάλωτοι, πολλοί από τους οποίους ήταν πολίτες. Επιπλέον, στην Ελβετία έφθασαν άτομα που είχαν συλληφθεί και είχαν αφεθεί ελεύθερα μετά από διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους Συμμάχους και τους Γερμανούς. Η τελευταία ανταλλαγή αιχμαλώτων πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 1945. Μετά την κρίση για τους δέσμιους αιχμάλωτους, δεν δημιουργήθηκε άλλο πρόβλημα ανάμεσα στις δύο εμπόλεμες πλευρές και η Βρετανία αρκέστηκε να δηλώσει ότι οι εγκληματίες πολέμου θα εδικάζοντο μετά τη λήξη του πολέμου.
Διαβάστε το πλήρες άρθρο εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου