Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΟΝΟΜΑ ΓΝΩΡΙΣΤΕ ΤΟΥΣ (ΑΝΑΝΕΩΣΗ)


ΕΝΑΣ ΑΚΟΜΑ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΜΙΣΟΥΝ 'ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΠΡΙΝ ΤΗN ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ' 

Η Ελληνική είναι η γλώσσα των θεών, η Γλώσσα των Γλωσσών, η γλώσσα του ανθρώπου και κάθε ελλόγου όντος, το σύμπαν της γνώσεως, η απεικόνισις του Σύμπαντος




Ειρήνη Φιλιππάκη.– Warburton (2204)

·          κατάλληλος για αραίωση # που προκαλεί αραίωση

·          δυσπρόσωπος
·          πολύ δυστυχής # πανάθλιος # δύσμοιρος # εξαθλιωμένος # πονεμένος # αξιοθρήνητος
·          δύσκολα υποφέρω τα βάσανα
·          επικαλούμενος τη χάρη του Αγίου Πνεύματος
·          αστρονομία # αστεροσκοπία # επιστήμη μελέτης του ουρανού # ουρανογνωσία # ουράνια μηχανική
·          βγάζω βέλος από πληγή
·          όμοιος με δράκο # όμοιος με φίδι # οφιοειδής # ελισσόμενος σπειροειδώς # φιδίσιος # φιδωτός # που σχηματίζει μαιάνδρους
·          σπορά # σπέρμα # γονή
·          όμοιος με εμετό
·          αποθήκη χόρτου
·          θυσία των παιδιών

·          ίσο μερίδιο # ίσα δικαιώματα
·          σαν θεός
·          ίσος με αδελφό # θεωρούμενος ως αδελφός
·          εξισούμαι # είμαι ίσος # νομίζω τον εαυτό μου ίσο
·          ξέρω # γνωρίζω (ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΤΙΠΟΤΑ!!! )
·          ίσος με τους αποστόλους της εκκλησίας
·          γαλαζοπράσινος


Μιχάλης Γεωργιαφέντης (2874)  

·          εξολοθρευτής ανθρώπων # φονιάς # δολοφόνος # ανθρωποκτόνος

·          ανόητος κλέφτης
·          θεληματικά ριπτόμενος στον κίνδυνο # ριψοκίνδυνος # παράτολμος
·          είμαι συμμέτοχος των δαπανών συντήρησης πολεμικού πλοίου
·          που έχει γαμψά νύχια
·          απαλλαγή στράτευσης # λιποταξία # εγκατάλειψη στρατού
·          στρατηγική ανικανότητα
·          μη χρηματίσας στρατηγός # ανίκανος για στρατηγός # ο χωρίς στρατηγούς # αδιοίκητος
·          κάπα # πανωφόρι "χλαίνης είδος ευτελούς" # προβιά "περιβόλαιον αγροίκον ή δουλικόν ή παλαιόν"


ΑΝΑΝΕΩΣΗ

  • έχω σφοδρό πυρετό με παραφροσύνη # παραληρώ από το πυρετό # είμαι παράφρων # είμαι τρελός
  • δέσιμο βιβλίου # κάλυμμα βιβλίου # πετρώδης τόπος

  • φτιαγμένος από φελλό
  • φελλός # δέντρο που παράγει φελλό # λίθος (στη Μακεδονική διάλεκτο)
  • κατάλληλος ή ικανός στη χημεία ή την αλχημεία
  • αιπόλος # αιγοβοσκός # γιδοβοσκός
  • γίνομαι κρυφά κύριος
  • ο της κατασκευής παπουτσιών
  • υπάλληλοι (δέκα) διορισμένοι να επιστατούν σε δημοπρασίες περιουσιών που κατασχέθηκαν (στην Αθήνα) ή στην εκμίσθωση τελών και δασμών στον πλειοδότη
  • σοφός αμαθής # σοφός απαίδευτος # θυμόσοφος # σοφός από ένστικτο
  • παρατσούκλι για νεαρούς που με τη συμπεριφορά τους ήθελαν να τους αποκαλούν σοφούς
  • ασυνείδητος # ανεπίγνωστος # ασυναίσθητος # ασύνειδος # αφιλότιμος # πωρωμένος # αθεόφοβος
  • πρέπει να αντικαταστήσουμε # πρέπει να εισάγουμε αντί άλλου
  • εισβάλλω εναντίον
  • ισαγωγή αντί άλλου # ρητορικό σχήμα όπου σε γενικό ισχυρισμό αντιτάσσεται μερική περίπτωση αντίθετη της γενικότητας
  • καταστροφέας του Ιλίου (ο Διομήδης)
  • από την Τροία


Γεώργιος Κοτζόγλου. (2161)

·          άνθρωπος κατώτερης ποιότητας

·          μεταφέρω με οχετό ή τάφρο νερό σε άλλο μέρος # διοχετεύω # μεταστρέφω τα νερά οχετού σε άλλο παρακείμενο αγωγό # υποκλέπτω # κλέβω επιδέξια # πετυχαίνω αθέμιτα
·          κατώτατος # ύστατος # έσχατος
·          φέρνω νερό
·          κάτωθεν # από κάτω # κάτω # υποκάτω
·          πλοίο του Χάρου
·          υποχθόνιοι
·          καταχθόνιοι θεοί
·          υποχθόνιος # κατώτερος # πιο χαμηλά ευρισκόμενος # παρακάτω ευρισκόμενος
·          ταχυδρόμος των νερτέρων # άγγελος του Άδη ή του Πλούτωνα
·          μάντης που ασκεί νεκρομαντεία
·          σαρκοφάγο όρνεο # αρπακτικό πτηνό


Μαργαρίτα Λουκά (1077)

·          κόβω τη γλώσσα
·          αρχικλέφτης # αρχιληστής # πρωτοκλέφτης
·          ηγεμονικός # βασιλικός # ο της αρχής (εξουσίας) # κατάλληλος για να άρχει # έμπειρος στο να διοικεί
·          κουβάς αδειάσματος νερών βάρκας ή πλοίου
·          ανοσιουργώ # παρανομώ # κάνω ανοσιουργήματα # αδικοπραγώ # ενεργώ παράνομα # παραβαίνω το νόμο
·          γνώστης καλών αλόγων # αυτός που τα ξέρει όλα # ξερόλας # μωρόσοφος # έμπειρος # ειδήμων
·          κρύπτων τις σκέψεις ή προθέσεις του
·          φονεύων κρυφά # δολοφόνος
·          είμαι ληστής # αρπάζω # ληστεύω # αρπάζω ξένη περιουσία # αφαιρώ ξένη περιουσία # διαγουμίζω # κουρσεύω # λεηλατώ # γυμνώνω
·          σφάλλω ακόμη περισσότερο # κάνω σφάλμα μεγαλύτερο # αμαρτάνω ακόμη περισσότερο
·          σπείρομαι # σπέρνομαι # σποριάζω
·          γεννώ νεκρό έμβρυο
·          ανθρωπόμορφος # ανθρωποειδής # με μορφή ανθρώπου
·          μανδραγόρας - φυτό ναρκωτικό και υπνωτικό
·          αιρετικοί που θεωρούν το Θεό ανθρωπόμορφο
·          θεές του όρκου με δικό τους ιερό στην Αλίαρτο
·          ιερατική αττική γενεά που επιτελούσε τις γιορτές των Πλυντηρίων ή Καλλυντηρίων οι "το έδος το αρχαίον της Αθηνάς αμφιέννυντες"
·          εκτελώ με επιβουλή και αιφνιδίως κάτι # εκτελώ κάτι με προμελέτη και δόλο ή προδοσία # κυριεύω με αιφνίδια έφοδο ή προδοσία # καταστρατηγώ

Άννα Διαμαντοπούλου    Απαξιώ καν και να ασχοληθώ 


οφις66

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου